Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αρχαίο ελληνικό μυθιστόρημα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η συνάντηση της Ανθίας και του Αβρακόμη, Τζανμπαττίστα Τιέπολο (1743)

Το αρχαίο ελληνικό μυθιστόρημα είναι λογοτεχνικό είδος που εμφανίστηκε κατά την ελληνιστική περίοδο, περίπου από το τέλος του 2ου π.Χ. αιώνα, και αναπτύχθηκε έως το τέλος της ρωμαϊκής εποχής τον 4ο αιώνα. Οι τίτλοι πάνω από είκοσι έργων είναι γνωστοί, αλλά τα περισσότερα από αυτά έχουν διασωθεί μόνο σε ελλιπή, αποσπασματική μορφή. Το παλαιότερο έργο έχει σωθεί αποσπασματικά: είναι το μυθιστόρημα του Νίνου και χρονολογείται από τον 1ο αιώνα π.Χ.[1]

Τα μυθιστορήματα, όπως από την αρχή εμφανίσθηκαν, είναι αφηγηματικά πεζογραφικά κείμενα που ανέπτυσσαν τις περιπέτειες φανταστικών χαρακτήρων συνδυάζοντας στοιχεία από τα ομηρικά έπη, την τραγωδία, την κωμωδία, τη νέα κωμωδία, την ερωτική ποίηση, την ιστοριογραφία, τη βιογραφία, τη ρητορεία, την εθνογραφία, τις ταξιδιωτικές διηγήσεις κ.ά.

Ανταποκρίνονταν στις ανάγκες ενός όλο και μεγαλύτερου αναγνωστικού κοινού καθώς η διάδοση του παπύρου επέτρεψε την ιδιωτική χρήση του βιβλίου, ωστόσο σε σύγκριση με τα άλλα είδη, το μυθιστόρημα απευθυνόταν σε ένα λιγότερο απαιτητικό κοινό, ως ψυχαγωγική και διδακτική λογοτεχνία.[2]

Ο όρος μυθιστόρημα, στα γαλλικά roman, είναι αναχρονιστικός, καθώς δημιουργήθηκε τον Μεσαίωνα από την αντίθεση μεταξύ των κειμένων στη ρομανική γλώσσα, δηλαδή την καθομιλουμένη, και στη λατινική γλώσσα. Στην Αρχαιότητα, τα έργα χαρακτηρίζονταν μερικές φορές ως «δραματικόν» ή πιο απλά «διήγησις».

Σήμερα σώζονται μόνο πέντε αρχαία ελληνικά μυθιστορήματα σε μεσαιωνικά χειρόγραφα:

Σώζονται επίσης περιλήψεις και αποσπάσματα:

Τα Βαβυλωνιακά του Ιάμβλιχου από τη Συρία (2ος αιώνας), μια αρκετά ακριβής περίληψη του έργου υπάρχει στη Μυριόβιβλο του Πατριάρχη Φωτίου. Η ιστορία του Αντώνιου Διογένη με τίτλο Τὰ ὑπὲρ Θούλην ἄπιστα, που μας σώθηκε επίσης σε περίληψη, ταξιδιωτικό μυθιστόρημα που περιλάμβανε 24 βιβλία. Έχουμε επίσης μερικά αποσπάσματα σε παπύρους από τον 1ο ή 2ο αιώνα π. Χ.: το μυθιστόρημα του Νίνου, Μητίοχος και Παρθενόπη, Φοινικικά κ.ά. Τέλος, υπάρχει ένα επιστολικό μυθιστόρημα, οι Επιστολές του Χίωνα της Ηρακλείας.[3]

Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν ότι τα πέντε σωζόμενα ελληνικά μυθιστορήματα και τα υπόλοιπα αποσπασματικά αποτελούν ένα συνεκτικό είδος, αλλά κανένα όνομα για το είδος δεν είναι γνωστό από την αρχαιότητα. Οι σύγχρονοι κριτικοί λογοτεχνίας δεν συμπεριλαμβάνουν στο είδος άλλες πεζογραφικές αφηγήσεις της αρχαιότητας, όπως την Αληθινή ιστορία του Λουκιανού, το Βίος Αλεξάνδρου του Μακεδόνος του Ψευδο-Καλλισθένη που μετά το 1680 κυκλοφορούσε στην ελληνική δημοτική γλώσσα με τον τίτλο Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου και τον Βίο του Αισώπου, ανωνύμου συγγραφέα.[4]

Τα πέντε μυθιστορήματα που σώζονται ακέραια είναι ερωτικά και περιπετειώδη έργα και όλα έχουν ένα σταθερό κεντρικό θέμα: δύο νέοι συναντιούνται και ερωτεύονται, αλλά το ζευγάρι χωρίζεται πριν ή λίγο μετά το γάμο τους, και βιώνει μια σειρά από περιπέτειες (καταιγίδες, ναυάγια, απαγωγές από πειρατές και ληστές, αιχμαλωσία, ερωτικές αντιπαλότητες, φαινομενικό θάνατο, αναγνωρίσεις κ.λπ.). Βασανίζονται από τη μοίρα και τελικά με τη βοήθεια των θεών ή τη δύναμη της αγάπης τους ξαναβρίσκονται και ζουν ευτυχισμένοι. Το αρχαίο ελληνικό μυθιστόρημα έχει πάντα αίσιο τέλος.[5]

Αφηγηματική τεχνική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Η σύνθεση στοχεύει να κρατήσει την προσοχή του αναγνώστη σε εγρήγορση, ιδιαίτερα με μια αρχή in medias res όπως στο έπος και με πολλές ανατροπές της κατάστασης, χαρίζοντας στο έργο διαρκή δυναμική.
  • Η δράση περιστρέφεται γύρω από την κύρια υπόθεση, αναπτύσσονται όμως παράλληλα εγκιβωτισμένες δευτερεύουσες ιστορίες, που άλλοτε συνδέονται και άλλοτε είναι άσχετες με το κεντρικό θέμα.
  • Η προσπάθεια για αληθοφάνεια: η δράση παρουσιάζει τις ανθρώπινες ενέργειες συνεκτικές από ψυχολογική άποψη. Δίνεται επίσης μια σχετικά ακριβής περιγραφή των τόπων όπου λαμβάνει χώρα η δράση.[6]
  • Το ύφος των πρώτων μυθιστορημάτων είναι εκπληκτικά απλό σε σύγκριση με τα μεταγενέστερα Τα κατά Λευκίππην και Κλειτοφώντα του Τάτιου ή τα Αιθιοπικά του Ηλιόδωρου, όπου η επιρροή της δεύτερης σοφιστικής είναι πολύ πιο έντονη.

Τα θρησκευτικά θέματα παίζουν σημαντικό ρόλο σε όλη την ιστορία και η δράση των μυθιστορημάτων ελέγχεται κυρίως από την παρέμβαση μιας θεότητας, από προφητείες ή όνειρα. Το περιβάλλον είναι ειδωλολατρικό και οι πρωταγωνιστές συνήθως υπηρετούν μια συγκεκριμένη θεότητα. Ιδιαίτερα συχνά αναφέρεται το έργο της Τύχης, που δοκιμάζει τους πρωταγωνιστές, και η Αφροδίτη.

Το μυθιστόρημα ως ιστορική πηγή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα μυθιστορήματα είναι λογοτεχνικά έργα, όχι αφηγήσεις ιστορικών γεγονότων. Ωστόσο, μέσα από τις διηγήσεις προκύπτουν ορισμένες εικόνες της ελληνικής αρχαιότητας κατά τη ρωμαϊκή εποχή, ειδικά για κοινωνικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά θέματα. Περιλαμβάνονται θέματα σχετικά με τον έρωτα: η πίστη, η αγνότητα, η ερωτική εκδίκηση, ο ρόλος και η θέση των σκλάβων μέσα στην κοινωνία, θέματα σχετικά με την πίστη στους θεούς, τη θρησκεία και τη μυθολογία, περιθωριακές ομάδες: ληστές-πειρατές-προαγωγοί κλ.[7], μαγικές πρακτικές και τελετουργίες, αλλά και πτυχές της ομοφυλοφιλίας στην αρχαιότητα.

Πίνακας του Άμπραχαμ Μπλούμερτ (1625) εμπνευσμένος από τα Αιθιοπικά

Η επιρροή των μυθιστορημάτων είναι εμφανής στο ποίημα του ΜουσαίουΤα καθ΄ Ηρώ και Λέανδρον (5ος μ.Χ. αι), στο ύστερο αρχαίο επικό ποίημα του Νόννου του Πανοπολίτη με τίτλο Διονυσιακά (5ος μ.Χ. αι), στο βυζαντινό μυθιστόρημα και στη βυζαντινή ιστοριογραφία γενικότερα. Χάρη στις μεταφράσεις του Ζακ Αμυό, τα έργα ανακαλύφθηκαν εκ νέου στην πρώιμη σύγχρονη Ευρώπη, μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου μυθιστορήματος και επηρέασαν την τέχνη.

Στο Βυζάντιο, τα ελληνικά μυθιστορήματα δεν έπαψαν ποτέ να διαβάζονται και να εκτιμώνται, όπως μαρτυρούν, μεταξύ άλλων, η Μυριόβιβλος του Πατριάρχη Φωτίου (μέσα 9ου αιώνα) και η εγκυκλοπαίδεια της Σούδας (10ος  αιώνας). Τον 12ο  αιώνα, σημειώθηκε μια αναζωπύρωση του είδους με νέα έργα τις κυρίως έμμετρες βυζαντινές μυθιστορίες και επύλλια με φανερή την επίδραση του αρχαιοελληνικού στοιχείου.[8]

Στη Δύση, τα αρχαία ελληνικά μυθιστορήματα επηρέασαν τους Λατίνους συγγραφείς - δύο από τα τρία σωζόμενα μυθιστορήματα της λατινικής γραμματείας, Οι Μεταμορφώσεις ή Ο Χρυσός γάιδαρος του Απουλήιου και Η Ιστορία του Απολλώνιου της Τύρου αγνώστου συγγραφέα, θεωρούνται μεταφράσεις από χαμένα ελληνικά πρωτότυπα - και μέσω αυτών τη μεσαιωνική μυθιστορία, τα ιπποτικά μυθιστορήματα, τα πρώτα ισπανικά πικαρέσκο και αργότερα το ελισαβετιανό μυθιστόρημα και τους Γάλλους και άλλους Ευρωπαίους συγγραφείς.[6]